Περιγραφή :

Έχει μήκος 55-65 εκ., άνοιγμα φτερούγων 88-106 εκ. και βάρος 400-600 γρ. το αρσενικό και 400-480 γρ. το θηλυκό. Το φτέρωμά είναι λευκό, ενώ τα πόδια μαύρα και τα δάχτυλα κίτρινα. Τα μάτια είναι κίτρινα ενώ το ράμφος μαύρο. Στο κάτω μέρος του λαιμού έχει επιμηκυσμένα φτερά. Το καλοκαίρι στο πάνω μέρος του αυχένα εμφανίζονται δύο μακριά λευκά φτερά.

Τροφικές Συνήθειες :

Τρέφεται με μικρά ψάρια, αμφίβια, λάρβες υδρόβιων εντόμων, καρκινοειδή, σαλιγκάρια, σκουλήκια, μικρές σαύρες και φίδια σε ρηχές λίμνες, λιμνοθάλασσες και ομαλά ρέοντα ποτάμια και ρέματα. Επίσης σε υφάλμυρες εκβολές και αλμυρά παράκτια νερά. Για την αναζήτηση της τροφής, σε αντίθεση με τα άλλα είδη της οικογένειας, δεν στέκεται αλλά κινείται συνεχώς.

Ενδιαίτημα & σημαντικοί πληθυσμιακοί πυρήνες :

Ζει και κατασκευάζει τη φωλιά του σε δέντρα, θάμνους και στο έδαφος. Φωλιάζει κατά αποικίες. Φωλιάζει σε μικρές πλατφόρμες σε παρόχθια δάση σε βάλτους, αβαθής λίμνες και δέλτα ποταμών και σπάνια σε καλαμώνες σε μικτές αποικίες που υπερασπίζεται με επιθετικότητα. Οι νησίδες στη δυτική Ελλάδα είναι αρκετά σημαντικές για την αναπαραγωγή του είδους.Σημαντικοί πληθυσμιακοί πυρήνες για το είδος στην Ήπειρο έχουν οριστεί οι ΖΕΠ στον Αμβρακικό κόλπο και στη λιμνοθάλασσα Κατάφουρκο και Κορακονήσια στις οποίες είναι και είδος χαρακτηρισμού.

Κυριότερες απειλές & κίνδυνοι :

Η συρρίκνωση και αλλοίωση των υγροτόπων γλυκού νερού, εποχικών ή μόνιμων αποτελεί βασική απειλή για το είδος. Η όχληση στα ενδιαιτήματα τροφοληψίας που προκαλείται από την ανθρώπινη παρουσία ή την παρουσία οικόσιτων ζώων. Η αγροχημική ρύπανση και η ρύπανση από βαρέα μέταλλα, κυρίως υδράργυρο και μόλυβδο.