Περιγραφή :

Έχει μήκος 19-23 εκ. το βάρος κυμαίνεται από 30-60 γρ. Είναι το μικρότερο σε μέγεθος είδος τσίχλας. Αναγνωρίζεται εύκολα από την κρεμ στενή λωρίδα στο κεφάλι που αρχίζει από το ράμφος, περνά πάνω από τα μάτια και καταλήγει στην ωτική χώρα. Επίσης χαρακτηριστικός είναι ο ερυθροκάστανος χρωματισμός των πλευρών και οι φαιές ραβδώσεις στο λευκό στήθος και την κοιλιά. Τα κάτω καλυπτήρια των φτερούγων είναι ερυθροκάστανα, ενώ το υπόλοιπο μέρος των φτερών όπως και το πάνω μέρος του σώματος είναι φαιά. Το στήθος και οι πλευρές τους λαιμού είναι κιτρινωπά. Το ράμφος είναι σκούρο, κιτρινωπό στη βάση, και τα πόδια είναι ροζ-καφέ. Το κελάηδημα της είναι πολύ μελωδικό. Τα δύο φύλα είναι όμοια.

Τροφικές Συνήθειες :

Τρέφεται με ασπόνδυλα κυρίως το φθινόπωρο και το χειμώνα και λιγότερο την άνοιξη που τρέφεται περισσότερο με καρπούς. Αναζητά την τροφή της τόσο στο έδαφος όσο και ψηλά στα δένδρα και τους θάμνους.Κατά την περίοδο της διαχείμασης στη χώρα μας τρέφεται κυρίως με σαρκώδεις καρπούς όπως οι ελιές και τα κούμαρα , επίσης συμπληρώνει την διατροφή της με κολεόπτερα, προνύμφες εντόμων και διάφορα ασπόνδυλα.

Ενδιαίτημα & σημαντικοί πληθυσμιακοί πυρήνες :

Αναπαράγεται σε υποαρκτικά και αρκτικά κλίματα σε επίπεδες και ορεινές εκτάσεις. Αποφεύγει τον πάγο και το χιόνι καθώς και τον κρύο καιρό και τα έντονα καιρικά φαινόμενα.Προτιμάει την κάλυψη δασών από σημύδες ή μικτά δάση συχνά με πολλά έλατα και πεύκα κυρίως κατά μήκος ποταμών και πλημμυρισμένων εκτάσεων. Την συναντάμε επίσης σε δάση με χαμηλά άτομα σημύδας, ιτιές, κέδρα και σε ελώδης εκτάσεις. Συχνά συναντάται και αναπαράγεται σε πάρκα πόλεων της βόρειας Ευρώπης.

Κυριότερες απειλές & κίνδυνοι :

Όπως όλα τα μικρά πουλιά, η θνησιμότητα κατά το πρώτο έτος της ζωής τους είναι υψηλή. Οι φυσικοί του εχθροί είναι τα αρπακτικά πχ, το Σαΐνι, ο Πετρίτης και από τα κορακοειδή κυρίως η Καρακάξα κατά την περίοδο της ωοτοκίας. Μελέτη που πραγματοποιήθηκε τελευταία για τα παράσιτα του αίματος από Ρώσους επιστήμονες έδειξε ότι τα δείγματα που εξετάστηκαν από Γερακότσιχλές, Κοκκινότσιχλες και Κελαηδότσιχλές έφεραν παράσιτα των οικογενειών Haemoproteus και Trypanosoma.